Οι αγχώδεις διαταραχές και οι διάφορες φοβίες είναι από τις πιο συχνά εμφανιζόμενες ψυχολογικές διαταραχές. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο μηχανισμός του άγχους υπάρχει στον άνθρωπο και είναι χρήσιμος, όχι μόνο σήμερα, αλλά ιδιαίτερα τις παλαιότερες εποχές. Φανταστείτε ότι στην πρωτόγονη εποχή ο άνθρωπος είχε απόλυτη ανάγκη το άγχος και τον φόβο, έτσι ώστε να μην εκτίθεται σε επικίνδυνες καταστάσεις. Τα σωματικά συμπτώματα του άγχους ή του φόβου έκαναν την εμφάνισή τους π.χ. στη θέα ενός άγριου ζώου, και έτσι ο άνθρωπος τρεπόταν σε φυγή και έσωζε τον εαυτό του. Αν ένας άνθρωπος δεν έχει αισθήματα φόβου και άγχους, δεν θα λογάριαζε κανέναν κίνδυνο και η ζωή του θα ήταν εκτεθειμένη.
Ένα μέρος του άγχους και του φόβου μπορούμε να πούμε ότι έχει αντανακλαστικό χαρακτήρα, ενώ ένα άλλο μέρος γνωσιακό. Ας σκεφτούμε το ακόλουθο παράδειγμα. Αν μας ενημερώσουν ότι πίσω από την πόρτα ενός δωματίου υπάρχει ένα άγριο σκυλί, τότε θα έχουμε συμπτώματα φόβου εφόσον προσπαθήσουμε να ανοίξουμε την πόρτα. Αν μας ενημερώσουν ότι αντί για τον άγριο σκύλο βρίσκεται ένα μικρό χαριτωμένο σκυλάκι, τότε δεν θα έχουμε τέτοια συμπτώματα. Συνεπώς, το τί σκεφτόμαστε επηρεάζει κατά πολύ την εμφάνιση των συμπτωμάτων ή όχι. Από την άλλη, εφόσον ακούσουμε ένα δυνατό κρότο, το ξάφνιασμα και το τρόμαγμα που νιώθουμε έρχεται αντανακλαστικά, χωρίς να προλάβουμε να σκεφτούμε κάτι. Συνεπώς, υπάρχει και ένας αντανακλαστικός χαρακτήρας σε ότι αφορά την εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Το άγχος έχει ουσιαστικά τέσσερις διαστάσεις, οι οποίες είναι τα σωματικά συμπτώματα, η σκέψη, το συναίσθημα και η συμπεριφορά. Τα σωματικά συμπτώματα μπορεί να είναι ταχυκαρδία, τρέμουλο, εφίδρωση, πόνος στο στομάχι, δυσκολία στην αναπνοή, σφίξιμο στο στήθος, κ.α. Τα αγχολυτικά χάπια στοχεύουν στη μείωση των συμπτωμάτων, χωρίς όμως να καταπολεμούν ιδιαίτερα τις αιτίες τους άγχους. Πολλά από αυτά επίσης δημιουργούν εξάρτηση, γι αυτό καλό είναι να αποφεύγεται η χορήγησή τους για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αν δημιουργηθεί εξάρτηση, τότε τα συμπτώματα πιθανώς θα εμφανίζονται εξαιτίας της μη λήψης της ουσίας, χωρίς να υπάρχουν άλλες αιτίες που προκαλούν άγχος.
Η δεύτερη διάσταση αφορά τη σκέψη μας, ότι δηλαδή μπορεί να σκεφτόμαστε κάτι που μπορεί να μας προκαλεί άγχος. Ας σκεφτούμε ένα παράδειγμα, στο οποίο ένα άτομο θέλει να πάει σε ένα πάρτι, όμως το άτομο έχει άγχος γι αυτό το γεγονός, εξαιτίας του ότι δεν γνωρίζει σχεδόν κανένα γνωστό του που θα είναι κι αυτός εκεί. Εφόσον σκέφτεται ότι θα πάει και δεν θα γνωρίζει κανέναν, ότι δεν θα περάσει καλά, ότι δεν θα τον συμπαθήσει κανείς, ότι ίσως τον κοροϊδέψουν, είναι λογικό να έχει συμπτώματα άγχους. Αν σκεφτεί ότι θα κάνει νέους φίλους και νέες γνωριμίες, ότι είναι μια καλή ευκαιρία να διασκεδάσει και ότι θα περάσει καλά, τότε είναι πιθανό να μειωθούν τα συμπτώματα του άγχους. Η σκέψη επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό το άγχος, δηλαδή το τί σκέψεις κάνουμε ή τί προβλέψεις κάνουμε είναι κρίσιμης σημασίας σε πολλές περιπτώσεις.
Η τρίτη διάσταση που έχει το άγχος είναι το συναίσθημα. Εκτός από την αλλαγή των σκέψεών μας, υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να μειωθούν τα συμπτώματα του άγχους. Ας σκεφτούμε ότι ένα αγχωμένο άτομο, όπως στο προηγούμενο παράδειγμα, αποφασίζει να ακούσει χαλαρωτική μουσική. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να δημιουργηθεί μία χαλάρωση που θα επιφέρει αλλαγή του συναισθήματος. Σε αυτό το παράδειγμα, η μείωση των συμπτωμάτων επέρχεται μέσω της αλλαγής του συναισθήματος, χωρίς απαραίτητα να χρειάζεται αλλαγή των σκέψεών μας. Βλέπουμε λοιπόν ότι η σκέψη και το συναίσθημα παίζουν αρκετά μεγάλο ρόλο στα συμπτώματα του άγχους.
Η τέταρτη διάσταση του άγχους είναι η συμπεριφορά. Ας σκεφτούμε ένα παράδειγμα στο οποίο ένα άτομο έχει άγχος και φοβία στο να μείνει πάνω σε μια γέφυρα. Εφόσον, παρά το άγχος και το φόβο του, μπορέσει να πάει και να παραμείνει, τότε πιθανώς τα σωματικά συμπτώματα να υποχωρήσουν. Η διάσταση της συμπεριφοράς σχετίζεται με το ότι ο άνθρωπος, παρά τα συμπτώματά του, έχει μια δύναμη θέλησης. Εφόσον απλά κάνει κάτι, αν και αυτό του φέρνει άγχος, υπάρχουν πιθανότητες να ξεπεράσει σταδιακά το πρόβλημα. Αν με τη συμπεριφορά του όμως πάντα τείνει να αποφεύγει σε μεγάλο βαθμό αυτό που του φέρνει άγχος και τον φοβίζει, τότε είναι πιο δύσκολο να το ξεπεράσει. Ας σκεφτούμε το πρώτο ερωτικό ραντεβού ενός εφήβου ή την πρώτη φορά που κάνει κάποιος έρωτα. Είναι λογικό να υπάρχει ένα άγχος σε αυτές τις περιπτώσεις, το οποίο, συνήθως, είναι πολύ μικρότερο τις επόμενες φορές. Αν όμως κάποιος δεν μπορέσει να το κάνει λόγω της φοβίας του και του άγχους του για πολλά χρόνια, τότε, εφόσον θέλει να ξαναπροσπαθήσει, το άγχος θα είναι συσσωρευμένο και πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμο.
Τέλος, θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής φαίνεται να είναι επιβαρυντικός ως προς το άγχος. Άνθρωποι με πολλές υποχρεώσεις, πολλές ώρες εργασίας, καθόλου χρόνο για χαλάρωση, είναι λογικό να έχουν σε ένα βαθμό αυξημένα επίπεδα άγχους. Επίσης, κοινωνικά ζητήματα όπως η φτώχεια και η ανεργία σίγουρα μπορούν να επιδεινώσουν το πρόβλημα. Επιπρόσθετα, οι σύγχρονες μορφές επικοινωνίας (κινητά με ίντερνετ) δυσκολεύουν το άτομο κάποιες φορές στο να χαλαρώσει, και έτσι βρίσκεται διαρκώς σε μια υπερδιέγερση. Τέλος, το άγχος μπορεί να έχει και βαθύτερα ψυχολογικά αίτια, όπως άλυτες εσωτερικές συγκρούσεις, ζητήματα που σχετίζονται με την παιδική ηλικία και τις οικογενειακές σχέσεις, καταπιεσμένο θυμό, κτλ.
Κύριες αγχώδεις διαταραχές είναι η διαταραχή πανικού, η κοινωνική φοβία, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, η διαταραχή μετατραυματικού στρες, και άλλες πιο ειδικές φοβίες. Τρόποι αντιμετώπισης είναι η συστηματική απευαισθητοποίηση, η γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεραπεία, η γνωσιακή αναλυτική θεραπεία, τεχνικές χαλάρωσης, κ.α.
Σάκης Καφφεσάκης