Η πρόωρη εκσπερμάτιση, μαζί με τη στυτική δυσλειτουργία, είναι οι δύο πιο συχνές σεξουαλικές δυσλειτουργίες στον άνδρα. Ανάλογα με τη διαχείριση που υπάρχει από το ζευγάρι, τα προβλήματα μπορεί να χειροτερέψουν ή να καλυτερέψουν. Η πρόωρη εκσπερμάτιση παρουσιάζει δυσκολία ως προς τον ορισμό των κριτηρίων, καθώς το να νιώθει κάποιος ότι εκσπερματώνει νωρίτερα από ότι θα επιθυμούσε δεν τεκμηριώνει την ύπαρξη μιας δυσλειτουργίας, ενώ είναι δύσκολο να οριστεί αντικειμενικά ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Ως προς τα κριτήρια του DSM (Diagnostic and statistic manual), αυτό που τίθεται ως βασικό κριτήριο είναι το να συμβαίνει η εκσπερμάτιση σε λιγότερο από ένα λεπτό μετά τη διείσδυση και πριν από την επιθυμία του ατόμου να εκσπερματίσει, ενώ το συγκεκριμένο σύμπτωμα θα πρέπει να είναι επίμονο ή επαναλαμβανόμενο. Σημειώνεται επίσης ότι η πρόωρη εκσπερμάτιση μπορεί να αφορά και περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει διείσδυση, όμως δεν μπορούν να οριστούν κριτήρια διάρκειας για αυτές τις περιπτώσεις. Η ανησυχία για την πρόωρη εκσπερμάτιση εμφανίζεται στο 20-30% των ανδρών 18-70 ετών, ωστόσο με βάση το κριτήριο του ενός λεπτού μόνο το 1-3% των ανδρών θα μπορούσε να διαγνωστεί με πρόωρη εκσπερμάτιση. Η πρόωρη εκσπερμάτιση πολλές φορές εμφανίζεται στις αρχικές σεξουαλικές εμπειρίες ενός ατόμου, όμως στη συνέχεια το άτομο συχνά αποκτά τον έλεγχο της εκσπερμάτισης. Η ηλικία του ατόμου και η διάρκεια της ερωτικής σχέσης φαίνονται να συσχετίζονται αρνητικά με την πρόωρη εκσπερμάτιση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το τι θεωρείται ως αποδεκτός χρόνος εκσπερμάτισης από τον άνδρα και τη γυναίκα μπορεί να διαφέρει, κάτι το οποίο σχετίζεται με τις γενικότερες κοινωνικές αντιλήψεις. Η πρόωρη εκσπερμάτιση δύναται να σχετίζεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσμενή εξέλιξη στην ερωτική σχέση, δυσφορία και χαμηλή σεξουαλική ικανοποίηση στην ερωτική σύντροφο. Η πρόωρη εκσπερμάτιση μπορεί να συνυπάρχει με στυτική δυσλειτουργία, ενώ πολλές φορές είναι δυσδιάκριτο το ποια διαταραχή προϋπήρχε της άλλης. Η πρόωρη εκσπερμάτιση που εμφανίζεται σε όλη τη ζωή του ατόμου σχετίζεται με διαταραχές άγχους, ενώ η επίκτητη πιθανόν να σχετίζεται με προστατίτιδα ή με διακοπή λήψης ουσιών.
Ένας άνδρας με πρόωρη εκσπερμάτιση συχνά νιώθει απογοητευμένος, θεωρεί ότι έχει εξευτελιστεί στα μάτια της συντρόφου, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές φορές η σύγκριση που κάνουν τα άτομα σε σχέση με τον προσδοκώμενο χρόνο διάρκειας της πράξης δεν είναι σωστή, νομίζουν δηλαδή ότι θα έπρεπε να <κρατήσουν> πολύ περισσότερο. Παρόλα αυτά, η έμφαση στη διάρκεια είναι κάτι που μειώνει την απόλαυση κατά τη σεξουαλική πράξη, καθώς ο άνδρας δεν την απολαμβάνει τόσο, επειδή η σκέψη του επικεντρώνεται διαρκώς στο χρόνο. Με αυτόν τον τρόπο γεμίζει άγχος, το οποίο εν τέλει οδηγεί συχνά σε πιο σύντομη εκσπερμάτιση. Άλλο ένα συχνό λάθος που γίνεται είναι το να προσπαθούν οι άνδρες να σκεφτούν κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης μη σεξουαλικά πράγματα, έτσι ώστε να καθυστερήσουν την εκσπερμάτιση. Με αυτόν όμως τον τρόπο μεγιστοποιείται το άγχος και μειώνεται δραστικά η απόλαυση. Επίσης, συχνά η εκσπερμάτιση καταλήγει να είναι ανήδονη, καθώς δεν συνοδεύεται από ηδονή αλλά από απογοήτευση ή θυμό.
Πολύ μεγάλη σημασία, όπως σε όλες τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες, έχει η αντίδραση της συντρόφου, η αντίδραση του ίδιου του άνδρα, και η εν γένει επικοινωνία του ζευγαριού. Σίγουρα δεν βοηθάει η απόρριψη και η απογοήτευση από την μεριά της συντρόφου, καθώς εντείνει το άγχος για την επόμενη φορά, ενώ και ο άνδρας δεν θα πρέπει να υιοθετεί μια αντίδραση με νεύρα ή με απογοήτευση. Επίσης, μπορεί η σύντροφος να βγάλει λανθασμένα συμπεράσματα ως προς το ότι ο άνδρας δεν ενδιαφέρεται για τη δική της απόλαυση, κάτι το οποίο όμως συνήθως δεν ισχύει, καθώς ο άνδρας δεν βιώνει ηδονικά πάντα την εκσπερμάτιση σε αυτό το αγχώδες πλαίσιο. Το σεξ είναι μια διαδικασία ερωτικού παιχνιδιού, στο οποίο υπάρχουν πολλοί τρόποι ικανοποίησης, δεν θα πρέπει δηλαδή να δίνεται τόση βαρύτητα στη μέτρηση της επίδοσης αλλά στο ερωτικό παιχνίδι και στο κλίμα μεταξύ των δύο συντρόφων. Σε ένα θετικό κλίμα, μπορεί μια σεξουαλική πράξη μικρής διάρκειας να δώσει μεγαλύτερη απόλαυση και στους δύο συντρόφους, σε σχέση με μια αγχώδη και δύσκολη στην επικοινωνία μεγάλης διάρκειας σεξουαλική επαφή.
Σε σχέση με τη φαρμακοθεραπεία, χρησιμοποιούνται κυρίως οι αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRI). Πρόκειται για αντικαταθλιπτικά, μια παρενέργεια των οποίων είναι συνήθως η μείωση της λίμπιντο, η οποία οδηγεί σε καθυστέρηση της εκσπερμάτισης. Σημειώνεται ότι συνήθως χρειάζεται αρκετές ημέρες λήψη της ουσίας έτσι ώστε να ανέβουν τα επίπεδα της σεροτονίνης και να υπάρχει διαφορά, σε αντίθεση, δηλαδή, με τη σιλδεναφίλη (Viagra) που δρα με διαφορετικό τρόπο. Επίσης, χρησιμοποιούνται και διάφορες τεχνικές όπως η εκγύμναση των μυών Kegel, και διάφορες άλλες τεχνικές που βοηθούν τον άνδρα να μπορεί να αναγνωρίζει το σημείο πέρα από το οποίο δεν μπορεί να σταματήσει την εκσπερμάτιση. Κομβική σημασία έχει το να μπορέσει το ζευγάρι να έχει καλύτερη επικοινωνία και περισσότερη αποδοχή, έτσι ώστε να γίνεται η σεξουαλική πράξη σε ένα πλαίσιο οικειότητας, υγιές, και μη αγχογόνο.
Σάκης Καφφεσάκης