Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Συμβουλευτική οικογένειας

Σε αυτό το άρθρο θα γίνει αναφορά στην οικογένεια, καταρχήν σε μερικές βασικές αρχές, αλλά και σε λίγα επιμέρους θέματα. Δεδομένου ότι τα προβλήματα σε μια οικογένεια μπορούν να είναι πάρα πολλά και επίσης τα θέματα της ανατροφής των παιδιών είναι ιδιαίτερα σύνθετα, θα γίνει αναφορά μόνο σε ένα πολύ μικρό μέρος, κυρίως σε κάποια σημεία που θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλα εξίσου ή περισσότερο σημαντικά.

Καταρχήν θέλουμε να τονίσουμε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει χρόνος αποκλειστικά για το ζευγάρι, έστω και λίγος. Το ζευγάρι είναι ο πυρήνας μιας οικογένειας και είναι σημαντικό να έχει καλή σχέση, να υπάρχει οικειότητα, συναισθηματικό δέσιμο, σεξουαλική ζωή, κτλ. Όμως, προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η ύπαρξη χρόνου. Είναι κατανοητό ότι οι ώρες εργασίας, υποχρεώσεις για τα παιδιά ή για τους γονείς του ζευγαριού, κοινωνικές υποχρεώσεις και διάφορα άλλα βάζουν εμπόδιο σε αυτό. Πρέπει όμως να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να μένει έστω λίγος χρόνος καθημερινά ή έστω σε επίπεδο κάποιων ημερών την εβδομάδα για κάτι τέτοιο. Δεν εννοούμε μονάχα χρόνο π.χ. για να πάει διακοπές το ζευγάρι μόνο του μία ή δύο φορές το χρόνο. Εννοούμε χρόνο ο οποίος θα είναι μέσα στην καθημερινότητα του ζευγαριού, και όχι αποκλειστικά σε μερικές περιόδους διακοπών που αποτελούν εξαίρεση. Χρόνο στον οποίο δεν θα υπάρχουν διασπάσεις όπως τηλέφωνα, συχνές διακοπές κτλ, θα είναι χρόνος αποκλειστικά για το ζευγάρι.

Μια βασική αρχή είναι ότι κάθε οικογένεια, κάθε ζευγάρι, και κάθε παιδί είναι διαφορετικό. Δεν υπάρχουν δηλαδή εντελώς συγκεκριμένα πράγματα που <πρέπει> να αρέσουν ή πρέπει να κάνουν. Όπως κάθε παιδί έχει ιδιαίτερες κλίσεις και θέλω, έτσι και κάθε ζευγάρι και κάθε οικογένεια έχει μια ιδιαίτερη δυναμική. Υπάρχουν τεχνικές ή πράγματα που μπορούν να βελτιώσουν μια κατάσταση, όμως αν μιλάμε για πολύ συγκεκριμένα πράγματα, όπως π.χ. μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, σε μια οικογένεια μπορεί κάτι να αρέσει το οποίο σε μια άλλη οικογένεια ίσως δεν αρέσει, όπως και ένα παιδί μπορεί να έχει διαφορετικά πράγματα που το ενδιαφέρουν από ένα άλλο. Περνώντας στο θέμα της πειθαρχίας, το οποίο είναι ένα θέμα που απασχολεί αρκετούς γονείς, μια κατευθυντήρια αρχή είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει κοινή στάση από τους γονείς. Δεν βοηθά το να έχει άλλα όρια ο ένας γονέας και άλλα ο άλλος γονέας. Μπορεί η θέσπιση των ορίων να γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης από τους γονείς μεταξύ τους ως προς το ποιο όριο θα τηρηθεί, αλλά αυτό που θα συμφωνήσουν θα πρέπει να τηρείται και από τους δύο. Επίσης, δεν χρειάζεται να διαλέξουν οι γονείς ανάμεσα στην υπερβολική αυστηρότητα και την υπερβολική ελευθερία. Ένα παιδί, ιδιαίτερα σε μικρή ηλικία, έχει ανάγκη από τον γονέα να του θέσει όρια. Πολύ σημαντικό για τους γονείς είναι το να καταλάβουν ότι ο γονεϊκός  ρόλος περιλαμβάνει αναγκαστικά το ότι κάποιες φορές δεν θα είναι αρεστοί στο παιδί. Ο γονέας θα πρέπει να συμφιλιωθεί με αυτόν το ρόλο. Τα όρια καλό θα είναι να περιορίζονται σε αυτά που είναι απαραίτητα και να μην είναι υπερβολικά πολλά ή παράλογα, όμως θα πρέπει να τηρούνται, ενώ προτείνεται και η χρήση του μοντέλου των λογικών συνεπειών και όχι της τιμωρίας. Ένα άλλο ζήτημα αφορά τον διαθέσιμο χρόνο. Δυστυχώς, επειδή οι γονείς πολλές φορές δεν έχουν διαθέσιμο χρόνο, προσπαθούν να το αντισταθμίσουν αυτό κάνοντας περισσότερα <χατήρια>, μη τηρώντας τα όρια που οι ίδιοι έθεσαν, ή κάνοντας περισσότερα και πιο ακριβά δώρα για να ευχαριστήσουν τα παιδιά τους. Αυτό όμως που πρέπει να έχουν υπόψη τους είναι ότι ο χρόνος που χρειάζονται τα παιδιά δεν αντισταθμίζεται με άλλους τρόπους, ίσα ίσα που αυτό χειροτερεύει πολλές φορές τα πράγματα. Τα παιδιά έχουν ανάγκη από χρόνο με τους γονείς, και με τους δύο γονείς, και μάλιστα από χρόνο ποιοτικό. Ένας χρόνος κατά τον οποίο ο γονέας είναι απορροφημένος στην τηλεόραση ή το κινητό και απλά κάθεται δίπλα στο παιδί με το οποίο δεν αλληλεπιδρά καθόλου δεν είναι ποιοτικός χρόνος. Ο ποιοτικός χρόνος δυστυχώς λόγω των υποχρεώσεων των γονέων συνήθως δεν μπορεί να είναι πολύς, είναι σημαντικό όμως να υπάρχει ποιοτική επαφή με το παιδί, έστω για π.χ. 30 λεπτά την ημέρα. Το παιδί χρειάζεται να έχει συναισθηματική επαφή με το γονέα, να παίξει μαζί τους, να αλληλεπιδράσει, να μιλήσουν ή να αστειευτούν. Επιπρόσθετα, οι γονείς θα πρέπει να μιλούν στο παιδί ανάλογα με την ηλικία του και το επίπεδο ωριμότητάς του. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε με ένα παιδί έξι χρόνων με όρους ενήλικα και με αυτόν τον τρόπο να προσπαθούμε π.χ. να το πείσουμε ότι κάτι που έκανε ήταν λάθος. Πρέπει να προσαρμόσουμε και το γλωσσικό επίπεδο αλλά και το επίπεδο των συλλογισμών και των επιχειρημάτων στο αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού, σε αυτό δηλαδή που μπορεί να κατανοήσει. Π.χ. ένα παιδί μπορεί πολύ καλύτερα να καταλάβει κάτι μέσω παραδείγματος, βιωματικά, μέσω μιας ιστορίας, ενός παραμυθιού, ή ενός παιχνιδιού. Επίσης, οι γονείς επιδρούν στο παιδί ως πρότυπα, καθώς οι ίδιοι αποτελούν πρότυπα με τη συμπεριφορά τους. Κάτι που σημαίνει ότι δεν έχει νόημα π.χ. να ζητάμε από ένα παιδί να αφήσει το κινητό, όταν εμείς ως γονείς ασχολούμαστε πολλή ώρα με το κινητό.

Στην ανάπτυξη ενός παιδιού παίζουν σημαντικό ρόλο το μαθησιακό κομμάτι, η κοινωνικοποίηση, και η δραστηριότητα. Στο μαθησιακό κομμάτι είναι ιδιαίτερα σημαντικό το να μπορεί το παιδί να έχει ένα πρόγραμμα το οποίο σε γενικές γραμμές να ακολουθεί. Οι γονείς πρέπει να κατανοήσουν ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι το να είναι ικανό το παιδί όσο το δυνατόν να διαβάζει μόνο του, χωρίς την άμεση βοήθεια είτε του γονέα είτε ενός δασκάλου. Δεν έχει σημασία δηλαδή να πηγαίνει το παιδί με λυμένες τις ασκήσεις απλά, σημασία έχει να τις λύνει το ίδιο, όχι να δίνουμε έτοιμες λύσεις χωρίς να υπάρχει προσπάθεια του παιδιού. Η κοινωνικοποίηση είναι πολύ σοβαρό ζήτημα. Το σχολείο, πέρα από το μαθησιακό κομμάτι, είναι ένα μέρος στο οποίο το παιδί αναπτύσσεται κοινωνικά. Δεν είναι σημαντικό το να είναι το παιδί το πιο αγαπητό στην τάξη. Σημασία έχει το να μπορεί να έχει στενές σχέσεις με κάποια παιδιά (φίλους) και να μπορεί να συμμετέχει σε μια κοινή δράση, ένα ομαδικό παιχνίδι, κτλ. Μέσα από την κοινωνικοποίηση αναπτύσσεται σταδιακά και η ενσυναίσθηση αλλά και η δυνατότητα του κατανοήσει ότι ένα πράγμα μπορεί να έχει πολλές οπτικές. Ως προς τη δραστηριότητα, να ξεκαθαρίσουμε ότι με τον όρο αυτό δεν εννοούμε μόνο το τί δραστηριότητες κάνει ένα παιδί (με την έννοια των εξωσχολικών δραστηριοτήτων- π.χ. πηγαίνει ποδόσφαιρο ή χορό). Περισσότερο εννοούμε το τί κάνει ένα παιδί στον ελεύθερο χρόνο του, αν π.χ. παίζει με φίλους, αν κάνει δημιουργικά παιχνίδια, αν ζωγραφίζει, αν παίζει ηλεκτρονικά παιχνίδια, κτλ. Πρέπει καταρχήν να υπογραμμίσουμε την ανάγκη των παιδιών για ελεύθερο παιχνίδι, δεν χρειάζεται δηλαδή όλα τα παιχνίδια να είναι δομημένα ή δημιουργικά. Σίγουρα τα παιχνίδια που είναι δημιουργικά, ο αθλητισμός, και τα παιχνίδια που χρησιμοποιούν τη φαντασία είναι ιδιαίτερα χρήσιμα. Δυστυχώς τα ηλεκτρονικά παιχνίδια καταλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο χρόνο στις ασχολίες των παιδιών, κάτι που δυσχεραίνει την ανάπτυξή τους σε κρίσιμα ηλικιακά στάδια και σε κρίσιμους τομείς όπως η κοινωνικοποίηση, οι δεξιότητες σε κατασκευές , η επαφή με τη φύση κ.α.

Εν τέλει, να σημειώσουμε ότι ο ρόλος του γονέα είναι να σέβεται τα θέλω του παιδιού, να του προσφέρει συναισθηματική και όχι μόνο στήριξη, και σε βάθος χρόνου να το βοηθήσει να αναπτύξει ολόπλευρα τη δική του προσωπικότητα, η οποία πιθανώς να διαφέρει από τα θέλω του γονέα. Είναι πολύ σημαντικό το να νιώθει το παιδί στήριξη, ακόμα κι αν δεν τη ζητήσει ποτέ. Ο ψυχικός κόσμος ενός παιδιού είναι πολύ διαφορετικός αν νιώθει ότι ο γονέας είναι δίπλα του όταν τον χρειαστεί, ακόμα κι αν ποτέ δεν ζητήσει ευθέως βοήθεια. Το ότι δηλαδή ένα παιδί μπορεί να μην ζητήσει ευθέως βοήθεια δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η ψυχολογία του θα ήταν ίδια σε σύγκριση με το να μην ήμασταν ως γονείς διαθέσιμοι, επειδή απλά δεν ζήτησε εν τέλει τη βοήθεια. Τέλος, όπως αναφέραμε και πριν, η προσωπικότητα του παιδιού, οι κλίσεις του, το επάγγελμα που ίσως επιθυμεί να σπουδάσει, πιθανώς να διαφέρουν σημαντικά από αυτά που φαντάζονταν οι γονείς. Ο γονέας όμως πρέπει να στηρίζει τα θέλω του παιδιού, καθώς αυτό είναι ένα άτομο με τη δική του βούληση, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε εφήβους. Μπορούμε να προτείνουμε ως γονείς διάφορες συμβουλές, υγιείς τρόπους έκφρασης της προσωπικότητάς του, επαγγελματικές προοπτικές, να το ενημερώσουμε για θέματα επαγγελματικής αποκατάστασης, να αναλύσουμε κάποια πράγματα για να κατανοήσει και το ίδιο καλύτερα τι επιθυμεί, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να θέλουμε να επιβάλλουμε τις δικές μας απόψεις.

Σάκης Καφφεσάκης